Ἡ Εἰκόνα τῆς Θεοτόκου

Ἡ ἐμφάνιση τῆς εἰκόνος τῆς Θεοτόκου στήν Ἐκκλησία εἶναι πολύ παλαιά καί ἤδη στίς κατακόμβες ὑπάρχουν παραστάσεις εἶτε συμβολικές εἴτε σέ ἁπλές γραμμές, γραφήμματα, πού ἐμφανίζουν τό πρόσωπο τῆς Παναγίας. Οἱ παραστάσεις αὐτές εἶναι λιτές καί δέν διεκδικοῦν κάποια καλλιτεχνική πρωτοτυπία καί ἀξιολόγηση. Στίς ἐποχές ἐκεῖνες, λόγω τῶν ἐξωτερικῶν συνθηκῶν πού ἐπικρατοῦσαν, δέν ὑπῆρχε ἡ πολυτέλεια γιά  καλλιτεχνικές συνθέσεις, ὅπως θά συμβεῖ στίς κατοπινές ἐποχές. Ἐκεῖ τότε, κυριαρχοῦσε ὁ τύπος τῆς «Δεομένης» (oranta, Maria orans), ὅπου λιτά ἡ Παρθένος Μαρία ζωγραφίζεται  σέ ὄρθια στάση , «κατ’ ἐνώπιον», καί ὑψώνει δεητικά τά χέρια της. 

Ἡ Ὀρθόδοξη τέχνη δέν κάνει τίποτε ἄλλο, παρά νά ἐμφανίσει μέ τόν χρωστήρα της ὅσα ἡ θεολογία τοῦ προσώπου τῆς Θεοτόκου διδάσκει, ὅσα τό δόγμα τῆς Ἐνσαρκώσεως ἀναφέρει. Ἡ Εἰκόνα τῆς Βρεφοκρατούσας δέν θέλει ἁπλά νά κάνει τή διαφήμηση τῆς κόρης τῆς Ναζαρέτ, ἀλλά νά καταδείξει τή σωστική μεγάλη ἀλήθεια, ὅτι αὐτή ἡ κόρη «εὗρε χάριν παρά Θεῷ» (Λουκ. 1, 31) καί  «περιβεβλημένη τήν θείαν χάριν, τοῖς ὄμμασιν ἁγιολαμπής καί ... ὅλη καλή» κατά τόν ἅγιο Θεόδοτο ἐπίσκοπο Ἀγκύρας (Ε’ αἰ.), γέννησε τόν Σωτήρα καί ἔτσι προβάλλεται ἀπό τήν τήν τέχνη τῆς Ἐκκλησίας, ὁποία ἔρχεται μέ σειρά της νά μεταλαμπαδεύσει στήν λατρεία τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ σώματος, ἀλλά καί στήν προσωπική τοῦ καθενός μας προσευχητική στάση τό γεγονός «ὅτι Θεός ἀνθρώποις παραγίνεται» ὄχι θεωρητικά, ἀλλά ἁπτά, τόν ἀγγίζουμε, τόν πλησιάζουμε, τόν ζοῦμε, γίνεται δικός μας καί ἐμεῖς δικοί του.    

Σταθμό ἀναμφισβήτα στήν ἀνάπτυξη τῆς σχετικῆς Θεομητορικῆς εἰκονογραφίας διαδραμάτισε ἡ Γ’ Οἰκουμενική  (431μ. Χ.) καί στήν ὁποία ἀνακηρύσσεται ἡ ἀειπάρθενος Μαρία, ὡς ἡ «ὄντως Θεοτόκος», μέ ἄμεσο ἐπακολούθημα νά ἀναπτυχθεῖ τόσο ἡ θεολογία, ὅσο καί ἡ εἰκονογραφία τοῦ Θεομητορικοῦ Προσώπου. Στίς παραστάσεις, εἰκόνες, ἀρχίζει σταδιακά ἡ ἐμφάνιση τῆς Παναγίας μέ τό «Θεῖον Βρέφος». Ἀρχίζει νά ἀναπτύσσεται ὁ λεγόμενος κύκλος τῆς «Βρεφοκρατούσης Παναγίας», μέσα ἀπό τόν ὁποῖο τονίζονται: καί τό γεγονός τῆς σαρκώσεως τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ, καί ὁ ρόλος τῆς Μαρίας ὡς «Θεοτόκου», πού δείχνει στόν κόσμο, στόν ἄνθρωπο, τό μυστήριο τοῦ σαρκωμένου Θεοῦ.  

Ἡ Ὀρθόδοξη τέχνη δέν κάνει τίποτε ἄλλο, παρά νά ἐμφανίσει μέ τόν χρωστήρα της ὅσα ἡ θεολογία τοῦ προσώπου τῆς Θεοτόκου διδάσκει, ὅσα τό δόγμα τῆς Ἐνσαρκώσεως ἀναφέρει. Ἡ Εἰκόνα τῆς Βρεφοκρατούσας δέν θέλει ἁπλά νά κάνει τή διαφήμηση τῆς κόρης τῆς Ναζαρέτ, ἀλλά νά καταδείξει τή σωστική μεγάλη ἀλήθεια, ὅτι αὐτή ἡ κόρη «εὗρε χάριν παρά Θεῷ» (Λουκ. 1, 31) καί  «περιβεβλημένη τήν θείαν χάριν, τοῖς ὄμμασιν ἁγιολαμπής καί ... ὅλη καλή» κατά τόν ἅγιο Θεόδοτο ἐπίσκοπο Ἀγκύρας (Ε’ αἰ.), γέννησε τόν Σωτήρα καί ἔτσι προβάλλεται ἀπό τήν τήν τέχνη τῆς Ἐκκλησίας, ὁποία ἔρχεται μέ σειρά της νά μεταλαμπαδεύσει στήν λατρεία τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ σώματος, ἀλλά καί στήν προσωπική τοῦ καθενός μας προσευχητική στάση τό γεγονός «ὅτι Θεός ἀνθρώποις παραγίνεται» ὄχι θεωρητικά, ἀλλά ἁπτά, τόν ἀγγίζουμε, τόν πλησιάζουμε καί τόν ζοῦμε, γίνεται δικός μας καί ἐμεῖς δικοί του.    

 

Τύποι τῶν Θεομητορικῶν Εἰκόνων

Μετά τίς δυσκολίες τῶν πρώτων χριστιανικῶν αἰῶνων καί ὅταν ἀρχίζει σταδιακά νά ἀναπτύσσονται οἱ διάφοροι τομεῖς τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ὀργανισμοῦ. Ἕνας χῶρος πού σταδιακά κατακτοῦσε θέση στό χῶρο τῆς λατρείας καί τῆς ἐκκλησιαστικῆς τέχνης ἦταν ἡ ἁγιογραφία. Στήν ἀρχή ὁ φόβος μήπως ἡ παρουσία τῶν εἰκόνων ὁδηγήσει σέ εἰδωλολατρικές καταχρήσεις, δέν ἄφηνε περιθώρια γιά νά πάρει ἡ εἰκόνα τή θέση της στόν ἐκκλησιαστικό χῶρο. Σέ κάποιες κατά τόπους Ἐκκλησίες μετά τήν ἀνεξιθρησκεία τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου εἶχαν ἀρχίζει νά ζωγραφίζονται θέματα Γραφικά, ἀλλά μετά τήν  Γ’ καί Δ’ Οἰκουμενικές Συνόδους 431 καί 451 ἀντίστοιχα, ἡ Εἰκόνα μπαίνει γιά καλά στήν ζωή τῆς Ἐκκλησίας. Πολλοί ἀπό τούς μεγάλους Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, Μέγας Βασίλειος, Θεόδωρος Στουδίτης, Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός κ. ἄ, ἔχουν δώσει τό θεολογικό ὑπόβαθρο γιά τήν ἀνάπτυξη καί τήν ἐπέκταση τῆς εἰκόνος μέσα στήν Ἐκκλησία.

Ἀσφαλῶς ἡ Εἰκονομαχία καί ἡ νίκη τῆς Ἐκκλησιαστικῆς ἀλήθειας (8ος αἰ.), ἀρχίζει μιά περίοδος ἀκμῆς καί ἡ εἰκόνα μπαίνει καί στό σπίτι τοῦ τελευταίου χριστιανοῦ. Ἄπειρες εἶναι οἱ Εἰκόνες πού ἁγιογραφοῦνται. Ἡ Παναγία καί ἡ εἰκόνα της γίνεται ὅ,τι προσφιλέστερο στό καθε χριστιανό. Αὐτή ἡ ἔκρηξη δημιουργεῖ καί εἰκονολογικούς τύπους. Οἱ Θεομητορικές Εἰκόνες ἐντάσσονται  στούς ἑξῆς τύπους:

α) τῆς Δεομένης. Ἡ Παναγία μόνη, δίχως τό θεῖο Βρέφος, σέ στραμμένη σέ πλάγια στάση δέεται πρός τόν Υἱό καί Θεό της. Στό τύπο τῆς «Δεομένης» πού εἶναι σταμμένη πρός τόν Χριστό ἐντάσσεται καί ὁ τύπος τῆς λεγομένης «Παρακλήσεως» ἤ «Παρακλητικῆς». 

β) τῆς Πλατυτέρας. Εἶναι ἡ μορφή τῆς Παναγίας πού ἁγιογραφεῖται στό τεταρτοσφαίριο τῆς κόγχης τοῦ ἁγίου Βήματος. Ἡ ὀνομασία προέρχεται ἀπό τό γνωστό ὕμνο «Ἐπί σοί χαίρει» στόν ὁποῖο ἀκούγεται «τήν γάρ σήν μήτραν θρόνον ἐποίησε καί τήν σήν γαστέρα πλατυτέραν οὐρανῶν ἀπειργάσατο». Ἡ Παναγία εἰκονίζεται ἄλλοτε σέ ὄρθια στάση, ὁλόσωμη νά κρατεῖ τόν Χριστό ἤ κατά τό ἄνω ἥμισυ νά φέρει τό Χριστό ἐγκόλπιο καί νά ἐκτείνει τά χέρια της καί νά σκεπάζει ὅλο τόν κόσμο. Ἄλλοτε πάλι ἔνθρονη νά κρατεῖ τόν Χριστό στά γόνατά της, δεξιά καί ἀριστερά νά στέκονται δεητικά οἱ Ἀρχάγγελοι Μιχαήλ καί Γαβριήλ, ὅπως φαίνεται ἱστορημένη καί στό Ναό μας.

γ) τῆς Ὁδηγήτριας. Εἶναι ὁ πιό εὐρύτερα θεομητορικός ἁγιογραφικός κύκλος. Ἡ Παναγία εἰκονίζεται σέ μποῦστο, (ἀπό τό κεφάλι μέχρι τή μέση), καί κρατεῖ τό βρέφος Χριστό μέ τό ἀριστερό χέρι, ἐνῶ τό δεξιό χέρι τό ὑψώνεται  μέχρι τοῦ στήθους, (ἀργότερα μπῆκε καί ὁ τύπος τῆς δεξιοκρατοῦσας). Τά πρόσωπα μητέρας καί βρέφους δέν ἐφάπτονται. Ἡ ὀνομασία προέρχεται ἀπό τήν πρώτη εἰκόνα αὐτῆς τῆς μορφῆς πού ὑπῆρξε στή Μονήτῶν Ὁδηγῶν στήν Κωνσταν-τινούπολη. Τήν θεωροῦσαν ὡς τό «Παλλάδιον» τῆς Βασιλεόυσας, καί τήν λιτάνευαν σέ κάθε εὐχαριστιακή ἤ ἱκετευτική περίσταση. Ἡ Εἰκόνα αὐτή τήν θεωροῦσαν ἔργο τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Λουκᾶ.

δ) τῆς Ἐλεούσας ἤ Γλυκοφιλούσας. Προέρχεται ἀπό μιά σύνθεση πού φαίνεται ἡ στοργή τῆς Μεγάλης Μάνας πρός τόν Υἱόν καί Κύριό της. Ἡ εἰκόνα αὐτή δείχνει τή μητρική στοργή καί εἰκονίζεται ἡ μορφή τῆς Παναγίας σέ μελαγχολικό ὕφος, ὁραματιζομένη τά μελλούμενα. Τό Βρέφος Χριστός ἀσπάζεται μέ μιά ἄρρητη γλυκύτητα τό μάγουλο (παρειά) τῆς Παναγίας Μητέρας Του.

ε) τῆς Γαλακτοτροφούσας. Ἡ Θεοτόκος εἰκονίζεται νά θηλάζει, νά προσφέρει ἀπό τή θηλή τοῦ ἑνός μαστοῦ γάλα στό Βρέφος Χριστό. Ἐδῶ σ’ αὐτή τή σύνθεση συπλέκεται τόσο ὁ ἁγιογράφος, ὅσο καί ὁ ὑμνογράφος νά στέκονται σέ ἀπορία καί νά τήν ἐκφράζουν ὁ μέν μέ τόν χρωστήρα καί ὁ ἄλλος μέ τήν κιθάρα τῆς μελωδίας, «πῶς ἐκ μαζῶν σου γάλα βρύεις Παρθένε; πῶς τρέφεις τόν τροφέα τῆς κτίσεως;». Μιά πολύ χαρακτηριστική εἰκόνα Γαλακτοτροφούσης φυλάσσεται στήν Ἱερά Μονή Γρηγορίου στό Ἅγιο Ὄρος.

 στ) τῆς Παναγίας τοῦ Πάθους ἤ Ἀμόλυντης. Στόν εἰκονογραφικό αὐτό τύπο βρίσκει τό κορύφωμά της ἡ θλιβερή ἔκφραση τῆς θλίψεως γιά τό μελλούμενο πάθος τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἡ Παναγία κρατεῖ στήν ἀριστερή ἀγκαλιά καί μέ τό δεξί της χέρι κρατεῖ καί τά δυό χεράκια τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Χριστός ἔχει στραμμένο τό βλέμμα του πρός τόν εἰκονιζόμενο στό ἄνω ἄκρο Ἀρχάγγελο Γαβριήλ, πού κρατεῖ τόν Σταυρό, ἐνῶ ὁ Ἀρχάγγελος Μιχαήλ στό ἄλλο ἄκρο κρατεῖ κι αὐτός τά σύμβολα τοῦ Πάθους, τή λόγχη καί τόν σπόγγο.

Αὐτοί εἶναι οἱ κυριότεροι εἰκονογραφικοί κύκλοι τῆς Θεομήτορος, στούς ὁποίους οἱ ἁγιογράφοι ἀνάλογα δημιουργοῦν καί ἄλλες εἰκονογραφικές συνθέσεις.

footer


Δημιουργία ιστοτόπου ΑΔΑΜ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗ